Η λαπαροσκοπική χολοκυστεκτομή αποτελεί μια ελάχιστα επεμβατική χειρουργική επέμβαση για την αφαίρεση της χοληδόχου κύστης. Η συγκεκριμένη επέμβαση ενδείκνυται για την οριστική αντιμετώπιση δυσλειτουργιών που εντοπίζονται στη χοληδόχο κύστη, δηλαδή το όργανο στο οποίο πραγματοποιείται η αποθήκευση της χολής. Οποιαδήποτε διαταραχή του συγκεκριμένου οργάνου ενδέχεται να προκαλέσει ενοχλητικά για τον ασθενή συμπτώματα, αλλά και παθήσεις επικίνδυνες για την υγεία. Η χολοκυστεκτομή πραγματοποιείται συνήθως για την απομάκρυνση των χολόλιθων, ώστε να καταπολεμηθούν οι επιπλοκές που προκαλούν. Οι συντηρητικές θεραπείες, όπως οι διατροφικές τροποποιήσεις, συνήθως δεν μπορούν να εμποδίσουν την επανεμφάνιση των λίθων στη χολή. Στις περισσότερες περιπτώσεις, μόνο η διενέργεια χολοκυστεκτομής θα αποτρέψει την επανεμφάνιση των χολόλιθων και τις επιπλοκές που αυτοί ενδέχεται να προκαλέσουν. Στις παθήσεις χοληφόρων για τη θεραπεία των οποίων ενδείκνυται η συγκεκριμένη επέμβαση συγκαταλέγονται η χοληδοχολιθίαση, δηλαδή η παρουσία λίθου που αποφράσσει το χοληδόχο πόρο, η χολοκυστίτιδα, δηλαδή η φλεγμονή της χοληδόχου κύστης, η οποία μπορεί να λάβει οξεία ή χρόνια μορφή, η ύπαρξη μεγάλου μεγέθους πολυπόδων στη χοληδόχο κύστη, αλλά και η φλεγμονή του παγκρέατος, δηλαδή η παγκρεατίτιδα, η οποία οφείλεται σε πέτρες στη χολή. Η ύπαρξη πολυπόδων στη χοληδόχο κύστη σε ορισμένες περιπτώσεις επιβάλλει τη χειρουργική εξαγωγή αυτών μέσω της χολοκυστεκτομής. Σε σπάνιες περιπτώσεις ένας πολύποδας και ένας λίθος στη χολή ενδέχεται να συνυπάρχουν. Σε περίπτωση που το μέγεθος του πολύποδα ισούται ή είναι μεγαλύτερο του ενός εκατοστού, ενδέχεται να μετατραπεί σε κακοήθη, δηλαδή να εκδηλωθεί καρκίνος της χοληδόχου κύστης. Σε αυτή την περίπτωση, η λαπαροσκοπική χολοκυστεκτομή αποτελεί τη συνιστώμενη μέθοδο προληπτικής αφαίρεσης της χοληδόχου κύστης. Παλαιότερα, η χειρουργική εκτομή της χοληδόχου κύστης πραγματοποιούταν με ανοιχτό χειρουργείο. Με την υιοθέτηση νεότερων τεχνικών κι εξελίξεων στον τομέα της γενικής χειρουργικής, έχει επικρατήσει η αξιοποίηση πιο σύγχρονων και λιγότερο επεμβατικών τεχνικών. Πλέον, η λαπαροσκοπική χολοκυστεκτομή αποτελεί στην πλειοψηφία των περιπτώσεων τη μέθοδο εκλογής για τη χειρουργική αφαίρεση της χοληδόχου κύστης, ελαχιστοποιώντας τις μετεγχειρητικές επιπλοκές. Η λαπαροσκοπική χολοκυστεκτομή περιλαμβάνει τη χρήση μιας μικροσκοπικής κάμερας και χειρουργικών εργαλείων που εισάγονται μέσω μικρών τομών στην κοιλιακή χώρα. Για τη διενέργεια της επέμβασης, ο ασθενής υποβάλλεται σε γενική αναισθησία. Έπειτα, ο χειρουργός πραγματοποιεί μια τομή από την οποία γεμίζει την κοιλιακή χώρα του ασθενούς με αέριο (συνήθως διοξείδιο του άνθρακα), προκειμένου να δημιουργήσει χώρο ώστε να γίνει η επέμβαση. Στη συνέχεια, πραγματοποιεί τις υπόλοιπες 3-4 μικρές τομές, από τη μία εκ των οποίων εισάγει το λαπαροσκόπιο, το οποίο αποτελεί έναν μακρύ, λεπτό σωλήνα με μια μικροσκοπική κάμερα στο άκρο του, ο οποίος απεικονίζει το εσωτερικό της χοληδόχου κύστης σε μια οθόνη υψηλής ευκρίνειας. Από τις υπόλοιπες τομές εισέρχονται τα χειρουργικά εργαλεία, και ο χειρουργός πραγματοποιεί την επέμβαση με τη βοήθεια της οθόνης. Η χοληδόχος κύστη αποκόπτεται από τους περιβάλλοντες ιστούς και αφαιρείται μέσα από τη μία από τις τομές. Έπειτα, πραγματοποιείται συρραφή των τομών με ράμματα, κόλλα ή πλαστική ραφή. Η χολοκυστεκτομή στην πλειοψηφία των περιπτώσεων της διενεργείται λαπαροσκοπικά, ενώ το ποσοστό μετατροπής της σε ανοιχτή μέθοδο είναι εξαιρετικά χαμηλό. Ωστόσο, αν υπάρχουν ενδείξεις έντονης φλεγμονής ή τεχνικών ζητημάτων που εμποδίζουν την ομαλή έκβαση της λαπαροσκοπικής μεθόδου, τότε μπορεί να πραγματοποιηθεί ανοιχτό χειρουργείο. Η λαπαροσκοπική χολοκυστεκτομή προσφέρει σημαντικά οφέλη στον ασθενή. Πιο συγκεκριμένα, διευκολύνει την συντομότερη ανάρρωση κι επάνοδο στις καθημερινές δραστηριότητες. Ελαχιστοποιεί το μετεγχειρητικό πόνο και τις πιθανές επιπλοκές μετά το χειρουργείο, καθώς η προβολή του εσωτερικού της χοληδόχου κύστης σε μεγεθυμένη εικόνα υψηλής ευκρίνειας επιτρέπει ιδιαίτερα ακριβείς χειρισμούς. Το αισθητικό αποτέλεσμα που προσφέρει είναι άριστο, καθώς οι τομές είναι εξαιρετικά μικρού μεγέθους, ενώ δεν προκαλεί τραυματισμούς στους περιβάλλοντες υγιείς ιστούς.